Σε μια κοινωνία γεμάτη πληροφορίες και γεγονότα, πολλοί επιθυμούν να εκφράσουν τη γνώμη τους. Ωστόσο, αυτό που λείπει είναι διάθεση για ακρόαση. Η διανοητική ταπεινοφροσύνη, ή αλλιώς η αντίληψη ότι δεν κατέχουμε πάντα την αλήθεια, μπορεί να έχει θετική επίδραση στη ζωή μας. Ο Ιγκόρ Γκρόσμαν, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Βατερλό, τονίζει ότι η διανοητική ταπεινότητα μπορεί να μας βοηθήσει να ξεφύγουμε από τις ασπρόμαυρες αντιλήψεις που συχνά προβάλλουμε.
Η βιωμένη εμπειρία προτείνει ότι αυτή η ταπεινότητα μας κάνει πιο ανοικτούς στο διάλογο και στη μάθηση. Όπως σημειώνει η Τενέλ Πόρτερ, επίκουρη καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Ρόβαν, αν συνειδητοποιήσουμε ότι οι σκέψεις μας δεν είναι τέλειες, είναι πιο πιθανό να προχωρήσουμε σε αναθεωρήσεις. Σε έντονες διαφωνίες, η ταπεινότητα μας επιτρέπει να εστιάζουμε στην “κοινή ανθρωπιά” μεταξύ μας, κάτι που μας ενώνει.
Η έρευνα που διεξήχθη από την Ελίζαμπεθ Κρουμρέι Μανκούσο και τους συνεργάτες της το 2019 σε 1.189 άτομα έδειξε πως οι πνευματικά ταπεινοί άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν χαρακτηριστικά όπως η περιέργεια και η στοχαστική σκέψη, γεγονός που ενισχύει τη γενική τους γνώση. Στην ίδια μελέτη, τα άτομα που διακρίθηκαν για τη διανοητική τους ταπεινοφροσύνη ήταν λιγότερο πιθανό να διατείνονται ότι γνωρίζουν κάτι που δεν υπάρχει.
Αυτό φέρνει στο προσκήνιο τη σημασία της ταπεινότητας στις προσωπικές σχέσεις. Συνδέεται με αξίες όπως η ενσυναίσθηση και η προθυμία να ακούσουμε τους άλλους, επιτρέποντάς μας να ξεπερνάμε συγκρούσεις και να δημιουργούμε καλύτερες σχέσεις. Παρά την αντίθεση των περιστάσεων, το να παραδεχτούμε τα λάθη μας μπορεί τελικά να μας κάνει να φαίνουμε πιο ικανοί και αξιόπιστοι.
Η διανοητική ταπεινοφροσύνη δεν αναιρεί την ύπαρξη αποδείξεων ή της αλήθειας, αλλά μας διευκολύνει να εξετάσουμε τα δεδομένα με περισσότερη κριτικότητα. Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτή η στάση μας προστατεύει από παραπληροφόρηση και μας δίνει τη δυνατότητα να είμαστε πνευματικά ταπεινοί και ταυτόχρονα θαρραλέοι.
Πηγή: tanea.gr